Παρασκευή 1 Απριλίου 2011

προσοχή εύθραστον



Απο μια τόση δα
μικρή κλωστίτσα
εξαρτάται
πώς θα δεις
τον ήλιο το πρωί
Τη φωτογραφία
πανω στο κομοδίνο
τα φύλλα της ελιάς
απέναντι απο το παράθυρο
Μοιάζει αδύναμη
λιανή οπως ειναι,
ασήμαντη
Αλλά κρατάει
τόνους δακρύων
ογκους αναμνήσεων
και του τώρα το φορτίο
γερά,με ανάλγητο πείσμα
σαρκάζοντας πολλες φορές
αφού γνωρίζει καλά
τη ματαιότητα του να κρατιέσαι
απο μια τόση δα κλωστίτσα.



Σάββατο 26 Μαρτίου 2011

απο την Πολυδούρη στο Μιρό και στην Αλκηστι







Πολυδούρη  Μαρία.

Μόνο  γιατί  μ' αγάπησες.

Δεν  τραγουδώ  παρά  γιατί  μ' αγάπησες
στα  περασμένα  χρόνια.
Σε  ήλιο, σε  καλοκαιριού  προμάντεμα
με  τη  βροχή, τα  χιόνια.
Δεν  τραγουδώ  παρά  γιατί  μ' αγάπησες.

Μόνο  γιατί  με  κράτησες  στα  χέρια  σου
μια  νύχτα  και  με  φίλησες  στο  στόμα
μόνο  γι' αυτό  είμαι  σαν  κρίνο  ολάνοιχτο
κι  έχω  ένα  ρίγος  στην  ψυχή  μου  ακόμα.
Μόνο  γιατί  με  κράτησες  στα  χέρια  σου.

Μόνο  γιατί  τα  μάτια  σου  με  κοίταξαν
με  της  ψυχής  το  βλέμμα
περήφανα  στολίστηκα  το  υπέρτατο
της  ύπαρξης  μου  στέμμα.
Μόνο  γιατί  τα  μάτια  σου  με  κοίταξαν.

Μόνο  γιατί  δισταχτικά, σαν  να  με  φώναξες
και  μου  άπλωσες  τα  χέρια
κι  είχες  μέσα  στα  μάτια  σου  το  θάμπωμα
μια  αγάπη  πλέρια.
Μόνο  γιατί  δισταχτικά, σαν  να  με  φώναξες.

Μόνο  γιατί  σε  σένα  άρεσε
γι' αυτό  έμεινε  ωραίο  το  πέρασμά  σου
σαν  να  μ' ακολουθούσες  όπου  πήγαινα
σαν  να  περνούσες  κάπου  εκεί  σιμά  μου.
Μόνο  γιατί  σε  σένα  άρεσε....

Μόνο  γιατί  εσύ  μ' αγάπησες  γεννήθηκα
γι' αυτό  η  ζωή  μου  εδόθη
στην  άχαρη  ζωή  την  ανεκπλήρωτη
εμένα  η  ζωή  επληρώθη.
Μόνο  γιατί  μ' αγάπησες  γεννήθηκα.




Παρασκευή 25 Μαρτίου 2011

ονειρευόμουν πως αυτός με μαγικό τρόπο.......

Ονειρευόμουν οτι δεν θα συμβιβαζόμουν
Ονειρευόμουν πως αυτός με μαγικό τρόπο
εκανε ολους τους φόβους μου να χαθούν
Ονειρευόμουν τόσα πολλά 
αλλά απο τη στιγμή που σε γνώρισα 
σταμάτησα αμέσως τα όνειρα 
γιατι
ολα τους πραγματοποιήθηκαν



Τρίτη 15 Μαρτίου 2011

ασκήσεις αυτογνωσίας




**********

Ερήμην

Σημειώθηκε χθες διόγκωση της ματαιότητας. Αυτό, φυσικά,
κανείς δεν το αντιλήφθηκε.
Κανείς απ' τους ελάχιστους «πλησίον μου».
Μονάχα εγώ
που όρθια μπρος στο μεσίστιο μέλλον μου
σε μια στάση ανήμπορη αλλά κόσμια,
άφησα να διαφύγει από το χώρο μου
ένα ολόκληρο απόγευμα,
σε μια ρευστότητα αθεράπευτη,
γνωστή,
αλλ' επιδεινωμένη.



Κική Δημουλά
(«Ερήμην», από τη συλλογή «Ερήμην»]

Κυριακή 13 Μαρτίου 2011

Λένε πως σαν κανείς πεθαίνει,κρυφά χαμογελά ΜΑΝΩΛΗΣ ΡΑΣΟΥΛΗΣ







ΛΕΝΕ 
Στίχοι: Μανώλης Ρασούλης

Λένε πως αν κανείς γεννιέται,
κλαίει γιατί πονά, κλαίει γιατί στη ζωή 
τυραννιέται όποιος ξαναγυρνά. 

Μα εγώ γεννιέμαι και πεθαίνω μαζί 
γιατί είσαι η ίδια η μοίρα μου εσύ. 

Λένε πως αν κανείς πεθαίνει 
κρυφά χαμογελά, κάτι θα βλέπει, 
κάτι συμβαίνει και κάποιους χαιρετά. 

Μα εγώ γεννιέμαι και πεθαίνω μαζί 
γιατί είσαι η ίδια η μοίρα μου εσύ. 


Παρασκευή 11 Μαρτίου 2011

Η ζωή θα σου πεί






Αρχίζω απ' το τέλος ρόδο μου, αυγή μου
και τι θα πει ζωή,
εφτά φορές να πέφτεις, να σηκώνεσαι οκτώ.

Σου μάζεψα λουλούδια στο καταχείμωνο,
και τι θα πει ζωή,
εφτά φορές να πέφτεις, να σηκώνεσαι οκτώ.

Ένα παιδί μου τα 'μαθε τα λόγια, τον σκοπό,
και τι θα πει ζωή,
εφτά φορές να πέφτεις, να σηκώνεσαι οκτώ.

Κι αρχίζω απ' το τέλος ρόδο μου, αυγή μου
και τι θα πει ζωή,
εφτά φορές να πέφτεις, να σηκώνεσαι οκτώ.

Τρίτη 8 Μαρτίου 2011

Γυναίκα







[Νίκος Καββαδίας]

Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία.
Παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα.
Αλλού σε λέγανε Γιουδήθ, εδώ Μαρία.
Το φίδι σκίζεται στο βράχο με τη σμέρνα.

Από παιδί βιαζόμουνα, μα τώρα πάω καλιά μου.
Μια τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει.
Το χέρι σου, που χάιδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου,
για μια στιγμή αν με λύγισε, σήμερα δε με ορίζει.

Το μετζαρόλι ράγισε και το τεσσαροχάλι.
Την τάβλα πάρε, τζόβεονο, να ξαναπάμε αρόδο.
Ποιος σκύλας γιος μάς μούτζωσε κι έχουμε τέτοιο χάλι,
που γέροι και μικρά παιδιά μάς πήραν στο κορόιδο;

Βαμμένη. Να σε φέγγει κόκκινο φανάρι.
Γιομάτη φύκια και ροδάνθη, αμφίβια Μοίρα.
Καβάλαγες ασέλωτο με δίχως χαλινάρι,
πρώτη φορά, σε μια σπηλιά, στην Αλταμίρα.

Σαλτάρει ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει.
Τι με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ πού μ' είδες.
Στην άμμο πάνω σ' είχα ανάστροφα ζαβώσει
τη νύχτα που θεμέλιωναν τις Πυραμίδες.

Το τείχος περπατήσαμε μαζί με Σινικό.
Κοντά σου ναύτες απ' την Ουρ πρωτόσκαρο εβιδώναν.
Ανάμεσα σε ολόγυμνα σπαθιά στο Γρανικό
έχυνες λάδι στις βαθιές πληγές του Μακεδόνα.

Πράσινο. Αφρός, θαλασσινό βαθύ και βυσσινί.
Γυμνή. Μονάχα ένα χρυσό στη μέση σου ζωστήρι.
Τα μάτια σου τα χώριζαν εφτά Ισημερινοί
μες στου Giorgione το αργαστήρι.

Πέτρα θα τού 'ριξα και δεν με θέλει το ποτάμι.
Τι σού 'φταιξα και με ξυπνάς προτού να φέξει.
Στερνή νυχτιά του λιμανιού δεν πάει χαράμι.
Αμαρτωλός που δε χαρεί και που δε φταίξει.

Βαμμένη. Να σε φέγγει φως αρρωστημένο.
Διψάς χρυσάφι. Πάρε, ψάξε, μέτρα.
Εδώ κοντά σου, χρόνια ασάλευτος να μένω
ώς να μου γίνεις Μοίρα, Θάνατος και Πέτρα.

Ινδικός Ωκεανός 1951

Δευτέρα 7 Μαρτίου 2011

Aυτο το ''αχ'' να μην το λες














ΑΥΤΟ ΤΟ 'ΑΧ' ΝΑ ΜΗΝ ΤΟ ΛΕΣ



Με τα θαλασσινά πουλιά

ποτέ σου μη τα βάνεις
γιατί είναι ταξιδιάρικα
μόνα και πεισματάρικα
και γρήγορα τα χάνεις

Αυτό το αχ να μην το λες
το λες να μην το ξαναλές
για θα σου γίνει πάθος

Γιατί θα γίνει τελικά
αυτό το αχ στην μοναξιά
το πιο βάρυ σου λάθος

Απ’ όλα τ’ άστρα του ουρανού
ένα είναι που σου μοιάζει
κείνο που βγαίνει την αυγή
γράφει τη πιο τρελή γραμμή
και τ' άλλα σκοτεινιάζει

Θεέ μου χαράς του του πουλιού
όπου πετάει στα ύψη
όπου αγαπά εκεί πατά
τη πιο ελαφριά περπατησιά
και του περνάει η θλίψη

Είμαι καράβι από χαρτί
στα χεριά μ' έχει ένα παιδί
στου κόσμου τη πλημμύρα
και αναρωτιέμαι τη θα πει
αυτό το αχ και το γιατί
τι να μου γράφει η μοίρα

Αυτό το αχ να μην το λες
το λες να μην το ξαναλές
για θα σου γίνει πάθος 

Γιατί θα γίνει τελικά
αυτό το αχ στην μοναξιά
το πιο βαρύ μας λάθος

Παρασκευή 4 Μαρτίου 2011

Το θεώρημα



Στο μετρό
ονειροπολώ
κι ανασαίνω βαριά
απ’ το κάπνισμα.

Για μια στιγμή ζαλίζομαι
και πέφτουν πάνω μου πολλά φώτα.
Θλίβομαι νιώθοντας
την ανέλπιδη τέχνη
του ποιητή.

Πόσο απλός ο κόσμος,
αυτό το μεγάλο τίποτα,
και πόσο δυστυχία
και βάσανα
σε ραγισμένες καρδιές
και ψυχές πεθαμένες.


Λευτέρης Πούλιος, Το Θεώρημα

Τρίτη 1 Μαρτίου 2011

Ελα να σε δω










Το παράθυρο ανοίγω
έλα απόψε εδώ για λίγο
όπως η βροχή που πέφτει
σαν τον άνεμο τον κλέφτη
έλα να σε δω

Πότισέ με ένα δάκρυ
απ' του σύννεφου την άκρη
η καρδιά μου ζει ακόμα
σαν το διψασμένο χώμα
έλα να σε δω

Είμαι εδώ και περιμένω
καρβουνάκι αναμμένο
που αέρας το φυσάει
κι όλο για να σβήσει πάει
έλα να σε δω

Έλα σαν σιωπή που πιάνει
ό,τι το μυαλό δε φτάνει
σε δυο μάτια θολωμένα
μες στα όνειρα κρυμμένα
έλα να σε δω

Έλα λίγο φανερώσου
και πριν φύγει τ' όνειρό σου
μια ματιά σου άσε πίσω
το θηρίο να νικήσω
έλα να σε δω

Είμαι εδώ και περιμένω
καρβουνάκι αναμμένο
που αέρας το φυσάει
κι όλο για να σβήσει πάει
έλα να σε δω

Έλα σαν μικρό στιχάκι
στο μικρό μου μυαλουδάκι
κι αν η πένα μου δε φτάνει
κάνε το αίμα μου μελάνι
έλα να σε δω



Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2011

Ισως-Αναπαράσταση απουσίας

[χρωστάμε στη διάρκεια μιας λάμψης την πιθανή ευτυχία μας-Οδυσέας Ελύτης.]









Στίχοι: Σμαρώ Παπαδοπούλου
Μουσική: Θοδωρής Παπαδόπουλος
Πρώτη εκτέλεση: Χαρούλα Αλεξίου


Κάτι στον έρωτα μένει κρυφό
Ίσως να είναι της μοίρας γραφτό
Ή μήπως πάλι εκεί που κοιτώ, φταίω εγώ

Ζωή μου ποιος να 'χει το φταίξιμο αυτό
και πόνο δεν νιώθω να ξέρω πώς ζω
Μια κόντρα δεν είχα για την μοναξιά
για φίλη την πήρα πριν χρόνια αγκαλιά

Δρόμος η αγάπη χωρίς τελειωμό
Ίσως να φεύγει ή ν' αρχίζει από εδώ
ή μήπως ψάχνω για να αγαπηθώ
Σε ό,τι μισώ

-------------------------------------------------------------------------------------*************--------------------------------------------------------

Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011

ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ


''Δεν  υπολογίζεται η Ποίηση απο την κρατική εξουσία,ειναι πολυτελής υπόθεση η  ποίηση που ηεξουσία θα ήθελε να μην υπάρχει.Μισεί τους ποιητές γιατί η  ποίηση ειναι η κορύφωση της Αληθειας μέσα στη ζωή,και η αλήθεια δεν  ευνοεί ποτέ την εξουσία''[Νικος Καρούζος]



Νικος Καρούζος.Ποιητης που εζησε για την Ποίηση.Απο κομμουνιστή δάσκαλο πατέρα και με ορθοδοξες παραδόσεις μητέρα,αφομοίωσε και ταίριαξε τις αντιθέσεις των καταβολών του δημιουργώντας το δικο του σύμπαν.Ανάλωσε τη ζωή του στις λέξεις εχοντας συνείδηση οτι η γνήσια δημιουργία συνεπάγεται  φθορά.΄΄Η δική μου Ελλάδα,ειναι η Ελλάδα της θαυματουργής γλώσσας''

Παπαδιαμάντης και Ηράκλειτος,Απολλινέρ και Καρυωτάκης ,Ρεμπώ και Σολωμός ,Καβάφης,Μπωντλέρ ,οι πρόγονοι του.

Νικος Καρούζος,ο συχνά αναφερόμενος ως περιθωριακός,μποέμ,μελαγχολικός .Οσοι τον γνώρισαν μιλουν για εναν ''επαναστάτη που δεν εμπαινε σε καλούπια,ενας αιρετικός,που πίστεψε ομως στην μεγαλη συμβολή του Μαρξ στις επαναστάσεις του 20ου αιώνα.Επονίτης στην Ακροναυπλία,μετα στη Μακρόνησο,την Ικαρία [Σάββας Μιχαήλ].

Απεχθανόταν την προσκόληση στα υλικά αγαθά,δεν ειχε ποτέ του τίποτα,λεφτά η καριέρα.Και ειχε τα πάντα,καθώς απο το υπόγειό του εξέπεμπε φώς.Ειμαι υλιστής έλεγε,οχι υλοφρων.

ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ενα αφιέρωμα της εκπομπη ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ της ΕΤ 1 μετα το θάνατο του ποιητή.Μιλουν για αυτον οσοι τον γνώρισαν απο κοντά

http://video.google.com/videoplay?docid=3490560360165715856#

περισσότερα για τη ζωή και το εργο του και ΕΔΩ

Αἴφνης

Αὐτὸ ποὺ λέμε ὄνειρο δὲν εἶν᾿ ὄνειρο
ποὺ ἡ πλατιὰ πραγματικότητα δὲν εἶναι πραγματική.
Κάπου γελιέμαι μὰ ἐκεῖ κιόλας ὑπάρχω ἀπόλυτα,
σὰν τὸ σύννεφο ποὺ ἀλλάζει στὰ νωθρὰ δευτερόλεπτα
ὄντας μονάχα ἡ ἀκάλεστη μεταμόρφωση.
Κανένα λιοντάρι δὲν παραγνώρισε τὸ θήραμα
καὶ ἡ πάπια δὲν ἔπαψε νὰ πιπιλίζει τὴ λάσπη·
τὸ χταπόδι βγαίνει ἀπ᾿ τὸ ρηχὸ θαλάμι του μὲ γαλαζόπετρα
στὰ ξέφωτα ἡ τίγρη λησμονιέται ἀνεπίληπτα.
Νυχτώνει καὶ σήμερα. Ἡ ἀγωνία
λέει πάλι: θὰ βοσκήσω τὸ μαῦρο.


Γυναῖκα, πεῖσμα τῆς Ἀσίας

Εἶσαι μία ἤπειρος τοῦ στήθους ἀπ᾿ τὸ βάθη τῶν φυλῶν
εἴσαοι πλανόδιο σὰν τὸ φεγγάρι
ὁ πόνος εἶναι πλόκαμος κ᾿ ἡ ἀγάπη σου ὑδράργυρος
γυναίκα, πεῖσμα τῆς Ἀσίας.
Ὅταν ἀφήνεις ἕνα βλέμμα στὶς κοιλάδες νὰ ὡριμάζει
καθὼς οἱ ἄνεμοι τὸ ταξιδεύουν ὡς τὰ ὕψη
νέμεσαι κλαδιὰ καὶ χύνεις δηλητήρια μέσ᾿ στὸ φεγγάρι.
Μόνη σὰ φόνος κατοικεῖς τὴ συνείδηση
συνωμοτώντας ἀντίκρυ στὶς θεότητες τῶν πουλιῶν
ἐσὺ μὲ μαῦρα ποταμικὰ μαλλιὰ
ἐσὺ πάλι καὶ πάλι μὲ σκοτεινὰ μάτια.
Λέω στὸν ἥλιο νὰ σταθεῖ χωρὶς τὴν ἀγαθότητα
σχίζοντας τὸ μεγάλο χρῶμα τοῦ ὀνείρου
στὸν ἥλιο νὰ σὲ πολεμήσει μὲ βοερὸ θειάφι
καὶ νὰ γκρεμίσει ὅλη τη θύμηση ποὺ μὲ παιδεύει.
Νὰ οἱ καιροὶ στὰ βήματά σου μ᾿ ἔφεραν
οἱ φυτικοὶ δεινόσαυροι τὰ οὐράνια πλάτη
μιὰ δέσμη χαλαρὴ τοῦ αἵματος ἕτοιμη νὰ σκορπίσει
τότε ποὺ φώναζα δίχως ἀπόκριση: Θέλω νὰ γίνω γαλάζιος.
Ἦρθες νὰ μείνεις ὡς τὸ θάνατο
μὲ πορφυρὲς ἀνταύγειες ἀπ᾿ τὰ μέλη
ρώτησα μὰ δὲν ἔμαθα ποὺ βρῆκες τὸ σκοτάδι
σὲ μυστικὰ ρυάκια κλειδώνεις τὸν ἦχο σου
μόνη μὲ τὴν ἐκρηκτικὴ φωνὴ τῆς σιωπῆς.
Ἦρθες νὰ μείνεις ὡς τὸ μακρινὸ χάραμα
σώματα πέρασες ἀκόμη ταξιδεύεις.
Ἐγὼ δὲν ἔζησα κ᾿ ἡ ὀμορφιὰ τῆς Ἀττικῆς εἶν᾿ ὅλο τὸ ταξίδι μου
Σὲ τόσους καημοὺς τραγουδώντας
δὲν ξέρω τ᾿ ὅπλο τῆς λησμονιᾶς.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------
 οσο κρατήσει η ζωή




Στίχοι: Νίκος Καρούζος
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Πρώτη εκτέλεση: Μανώλης Μητσιάς



Όσο κρατήσει η ζωή κρατεί κι ο θάνατος.
Ώρα να σκεφτώ τα μελλούμενα 
σωριασμένα αιφνίδια στο χθες.
Φοβερή ασυνέχεια: ο πλούτος μου είναι το στήθος μου.
Γι αυτό ποτέ δεν παζάρεψα το ηλιοβασίλεμα 
και ταξιδεύω σίγουρος, 
όσο η μίνθη ταξιδεύει και το ασπροθύμαρο.

Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2011

Κατερίνα Αγγελάκη -Ρουκ[ ενα ποίημα που με συγκίνησε]



Σαν μιά σκιά χειμερινή - Comme une ombre hivernale

Σιάζομαι στη σκιά μου·
καρφιτσώνω τα τσουλούφια του χρόνου
που ξεφεύγουν απ’ το σκούρο οβάλ μου
ενώ από πίσω ένα φως ανεξήγητό
με φωτίζει στη σεμνή αυτή τουαλέτα.
Έπειτα, ακίνητη για μια στιγμή
πριν πατήσω το πετάλι
και γυρίσουν οι δυο ρόδες
-μια για τη ζωή, μια για το θάνατο -
εναποθέτω την εμπιστοσύνη μου
στο δρομάκι του σπιτιού μου
όπου γενιές παιδιών ξεπετάγονται το δείλι
και σαν τον ανυποψίαστο σκαντζόχοιρο
διασχίζουνε το χρόνο.
Όσο το πέρασμα του βελονωτού ζώου απέναντι
τόσο βαστάει κι η ζωή των παιδικών ανθρώπων.
Τα πρόσωπα τ’ αναγνωρίζω
γιατί ήξερα τη γιαγιά τους
και οι φωνές – της μικρής «όχι!»
της μάνας της «οχιά!» -
ηχούν σαν τότε… Πότε;
πριν απ’ το φόβο για ό, τι είναι να έρθει
πριν απ’ τον τρόμο για ό, τι είναι ήδη εδώ
πριν απ’ αυτό το «εγώ», μια σκιά χωρίς καθρέφτη.